22/12/09

χρονια πολλα

16/12/09

μια σοκολατενια ιστορια


Παραμονές Χριστουγέννων στα τέλη της δεκαετίας του '70.
Ο Λεωνίδας έμενε σ' ένα studio, στο δεύτερο όροφο μιας παριζιάνικης οικοδομής. Ολοκλήρωνε τη διαδακτορική του διατριβή στην Ιστορία, επεκτείνοντας παράλληλα την ερευνητική του δραστηριότητα στις νυχτερινές απολαύσεις, που προσέφερε αφειδώς η ευρωπαϊκή μεγαλούπολη.
Τις σπάνιες φορές, που δεν εξορμούσε προς αναζήτηση του ωραίου φύλου σε κάποιο μπαράκι, φρόντιζε να καλεί την παρέα σε κατ΄οίκον διασκέδαση.
Αυτό είχε συμβεί και το συγκεκριμένο βραδινό, όπου, με τη βοήθεια μιας νταμιζάνας ρακής (από την ιδιαίτερη πατρίδα του) η κατάσταση άρχισε να εκτραχύνεται.
Αφού εξαντλήθηκε όλο το προβλεπόμενο ρεπερτόριο από άσματα, ανέκδοτα και μεγαλόφωνες διηγήσεις (ερωτικών) ιστοριών, κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να καβαλήσει μια καρέκλα και να αρχίσει να καλπάζει μέσα στο δωμάτιο, όσο αυτό ήταν χωρικά εφικτό.
Κάποια στιγμή, προς τα ξημερώματα, το πάρτυ ετελείωσε, η παρέα αποχώρησε και ο Λεωνίδας ετοιμάστηκε (εννοείται χωρίς λεπτό ξεκούρασης) να συνεχίσει το συστηματικό, ημερήσιο πρόγραμμά του, δηλ. παραδόσεις, βιβλιοθήκη, επίσκεψη στον επιβλέποντα καθηγητή του, κτλπ...
Μπαίνοντας στο ασανσέρ βρέθηκε απέναντι στον ενοικιαστή του πρώτου ορόφου, οικογενειάρχη Γάλλο με ένα μικρό παιδάκι, νηπιακής ηλικίας.
Ο φίλος μου, που ας σημειωθεί ότι ήταν ιδιαίτερα χαρισματικός, επικοινωνιακός και κυρίως ευγενικός τύπος, ένοιωσε αμέσως την ανάγκη να απολογηθεί για τη νυχτερινή περιπέτεια, που οπωσδήποτε θα είχαν βιώσει οικογενειακώς, οι Γάλλοι γείτονές του.
Ως δικαιολογία λοιπόν πρόβαλε το γεγονός, ότι υπάρχει ένα θρησκευτικό έθιμο στην Ελλάδα σύμφωνα με το οποίο τις παραμονές των Χριστουγέννων και εν όψει της νέας χρονιάς, συνηθίζεται να συγκεντρώνονται φιλικά πρόσωπα και να ξενυχτούν, κάνοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη φασαρία, ώστε να διώξουν τα "κακά πνεύματα" μακριά...
Ο Γάλλος έδειξε απόλυτη κατανόηση και σεβασμό, διακαιολογώντας κατ' αυτόν τον τρόπο τις παρεκτροπές της προηγούμενης βραδιάς, που είχαν κοστίσει στην οικογένειά του ένα αλησμόνητο ξενύχτι. Έτσι, έληξε η ιστορία, μέσα σε καλό πνεύμα αμοιβαίας συμπάθειας και κατανόησης.
.......................................................................

Ένα χρόνο μετά, χτύπησε η πόρτα του studio. Ανοίγοντας την πόρτα ο Λεωνίδας βλέπει το γείτονα του πρώτου ορόφου με ένα τεράστιο δέμα, έξω από την πόρτα του.
Πριν προλάβει να αρθρώσει λέξη, ο Γάλλος βρισκόταν ήδη μέσα στο δωματιάκι του φίλου μου, κάνοντας την ακόλουθη δήλωση:
"Επειδή απόψε είναι η θρησκευτική γιορτή σας, κατά την οποία δίωχνετε τα κακά πνέυματα με τρόπο ιδιαίτερα θορυβώδη, σας έφερα μια μοκέτα, ώστε να περιοριστούν (όσο γίνεται) οι συνέπειες για εμάς τους υπόλοιπους". Μπροστά στον εμβρόντητο Λεωνίδα, ο Γάλλος έδωσε τη διαβεβαίωση ότι θα εφαρμόσει ο ίδιος τη μοκέτα στο πάτωμα, πραγματοποιώντας σε ελάχιστο χρόνο την υπόσχεσή του!

Η νύχτα που ακολούθησε, βρήκε το φίλο μου ανεβασμένο πάνω σε μια καρέκλα να καλπάζει μόνος του μέσα στο δωματιάκι, κάνοντας όσο περισσότερο θόρυβο μπορούσε, ώστε να δικαιολογήσει τα όσα προηγήθηκαν, τιμώντας παράλληλα το "ελληνικό έθιμο", που εκείνο το βράδυ αποτελούσε μια (σπάνια) μοναχική υπόθεση...

Σημ.: Με το Λεωνίδα, συνηθίζαμε να αγοράζουμε τις γνωστές σοκολάτες "Leonidas" με μια μικρή έκπτωση, γεγονός που οφειλόταν στο ότι είχαμε πείσει την ιδιοκτήτρια του ζαχαροπλαστείου της γειτονιάς, πως ο φίλος μου ήταν ο γιός του Βέλγου σοκολατοποιού, από τον οποίο είχε προκύψει και η ονομασία του προϊόντος!

5/12/09

in memoriam

14/11/09

ο τυχερος


Ήταν το τελευταίο μάθημα πριν τις καλοκαιρινές διακοπές.

Εκείνο το ζεστό απόγευμα, στην αίθουσα του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου, είχαμε συγκεντρωθεί καμιά δεκαριά φοιτητές, όλοι μεταπτυχιακοί. Οι περισσότεροι (γνωστοί και από άλλες διαλέξεις) ήσαν χαμηλού προφίλ, απλοί εραστές της γνώσης και μόνο δυο τρεις "σεσημασμένοι" ήσαν οι επαρμένοι, εκείνοι για τους οποίους ο Κούντερα έχει γράψει ότι "νιώθουν τα βλέμματα όλου του κόσμου να είναι στραμμένα πάνω τους". Σ' αυτή την κατηγορία ανήκε και η συνάδελφος, που θα παρουσίαζε την τελευταία διάλεξη της χρονιάς.
Για την ακρίβεια, θα μας πρόβαλε ένα κινηματογραφικό φιλμάκι, που η ίδια χαρακτήρισε ως "πειραματικό κινηματογράφο". Φαίνεται, ωστόσο, πως η ενασχόλησή της με την πειραματική γραφή (είδος εξ ορισμού εκτός των συμβατικών δράσεων) είχε αποδυναμώσει την αποτελεσματικότητά της σε πιο πρακτικά θέματα, όπως ο χειρισμός μιας μηχανής προβολής, έστω κι αν υπήρχε το ελαφρυντικό ότι η ηλικία του συγκεκριμένου μηχανήματος παρέπεμπε στην εποχή των αδελφών Λυμιέρ!
Αφού προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να τη θέσει σε λειτουργία, στράφηκε με ένα αφοπλιστικό και αφελές χαμόγελο (αυτό που χρησιμοποιούν οι "αδύναμοι" για να ολοκληρώσουν την κυριαρχία τους επί των -κατά τεκμήριο- "ισχυρών"), προς το κοινό ζητώντας βοήθεια.

Τα σεμινάρια παρακολουθούσε με τον δικό του τρόπο ένας συμπαθής Γιουγκοσλάβος φοιτητής, σχετικά προχωρημένης ηλικίας, που η σιωπηλή παρουσία του ήταν πάντοτε αισθητή, εξ αιτίας του γεγονότος ότι ήταν τυφλός. Ήταν και αυτός που προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει την εισηγήτρια, δεδομένου μάλιστα ότι στο αίτημά της οι υπόλοιποι δηλώσαμε άγνοια και αδυναμία να συνδράμουμε. 'Ετσι, μετά από κάποιες προσπάθειες και αφού στο μεταξύ πλαισιώθηκε και από άλλους, ο τυφλός κατάφερε να θέσει σε λειτουργία τη μηχανή προβολής, φωτίζοντας τη μισοσκότεινη αίθουσα με το "πρωτοποριακό" περιεχόμενο του έργου. Παρέμεινε μάλιστα δίπλα στη μηχανή, με την πλάτη προς την οθόνη.

Στη σύγχρονη τέχνη είναι πολλές οι φορές, που ο θεατής καλείται να δώσει απάντηση στο τρομοκρατικό ερώτημα αν είναι απαίδευτος ή απλώς ηλίθιος, που δεν είναι σε θέση να κατανοήσει και στη συνέχεια να απολαύσει (δηλώνοντας το θαυμασμό του) ένα έργο τέχνης, όταν μάλιστα το τελευταίο διεκδικεί τον τίτλο του πρωτοποριακού.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε γιατί το μέγεθος της φάρσας που λάμβανε χώρα ενώπιόν μας δεν άφηνε περιθώρια για δισταγμούς και ανασφάλειες, είτε γιατί το Εγώ των θεατών ήταν αρκετά υπερτροφικό, πολύ σύντομα άρχισαν τα ειρωνικά σχόλια πριν καταλήξουν σε πανηγυρική γελοιοποίηση της προβολής...
Ο τρόπος αντίδρασης μάλιστα, πολύ απείχε από τη διακριτικότητα και την παραδοσιακή ευγένεια ενός Γαλλικού κοινού.
Όλοι μας νιώσαμε (στο όνομα της τέχνης) το αποτέλεσμα ενός εμπαιγμού, ενός αισθητικού βιασμού.
Όλοι;
Εκτός από το Γιουγκοσλάβο συνάδελφο, που κατά τραγική ειρωνεία απέφυγε αυτή την τραυματική εμπειρία έχοντας την "πρόνοια" να στρέψει εξ αρχής την πλάτη προς την οθόνη..


Αθήνα 31/7/1987


Το παραπάνω κείμενο το βρήκα σκαλίζοντας κάποιες παλιές σημειώσεις μου. Η ιστορία είναι πέρα για πέρα αληθινή. Το δημοσιεύω, γιατί το βρίσκω και λίγο επίκαιρο με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, που άρχισε χθες...

8/11/09

η μελωδια της απουσιας


Πριν δύο χρόνια, σε αντίστοιχη περίπου εποχή, δηλ. στη διάρκεια του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ανηφόριζα τον πεζόδρομο της Αριστοτέλους κινούμενος στον υπόστεγο χώρο λόγω βροχής. Λίγα λεπτά πριν φτάσω στον τελικό μου προορισμό είδα συγκεντρωμένο κόσμο έξω από ένα κατάστημα, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια δυσκολία στη διέλευση των διερχομένων. Προσπαθώντας να διευκολύνω την πορεία μου άπλωσα το χέρι, επιχειρώντας να παραμερίσω αυτόν που μου έφραζε το δρόμο, όταν παρατήρησα ότι την ίδια ακριβώς κίνηση έκανε και κάποιος απέναντί μου. Μόνο που αυτός, ο μάλλον ευτραφής και συμπαθής κύριος έκανε κάτι παραπάνω. Έπιασε και έσφιξε το χέρι μου προσθέτοντας (πριν καν προλάβω να αντιδράσω): "Θύμισέ μου από πού σε ξέρω"..
Έμεινα αμήχανος για ελάχιστα δευτερόλεπτα, αρκετά, ωστόσο για να συνειδητοποιήσω ότι από πουθενά δεν θα μπορούσε να με ξέρει για τον απλούστατο λόγο ότι δεν μου θύμιζε τίποτα η παρουσία του. Για λόγους ευγένειας, όμως, ανταπέδωσα τη θερμή χειραψία διερωτόμενος κι εγώ "μήπως από το στρατό;"... και εκφράζοντας παράλληλα την απορία μου για την ενδεχόμενη συνάντησή μας στο παρελθόν. Ο χρόνος που έγιναν όλα αυτά ήταν ελάχιστος αλλά πρόλαβα να διακρίνω μια απορία και έκπληξη από μέρους ενός συνοδού του συνομιλητή μου, ο οποίος έδειχνε να απορεί περισσότερο για την δική μου ...απορία σαν να ήταν εντελώς αφύσικη η πιθανότητα να μην θυμάμαι (ή να αναγνωρίζω) τον άνθρωπο που είχα απέναντί μου.
Μετά από αυτό το στιγμιαίο τετ α τετ και αφού δεν απέδωσαν οι αμοιβαίες προσπάθειες να ανακαλέσουμε επιτυχώς το (κοινό) παρελθόν μας, χωρίσαμε χαμογελώντας, με τον παρ' ολίγον γνωστό μου να συμπληρώνει "δεν πειράζει, την άλλη φορά θα θυμόμαστε πού έχουμε συναντηθεί"...
Απομακρυνόμενος για λίγο και διατηρώντας τον απόηχο από αυτά τα τελευταία λόγια του, συνειδητοποίησα ότι αυτή η τόσο χαρακτηριστική, μελωδική φωνή ανήκε στο Λαυρέντη Μαχαιρίτσα!


Στην προηγούμενη ανάρτηση, μιλώντας για τον (υποκειμενικό) τρόπο που μπορούμε να αναγνώσουμε τον κόσμο (ανάγοντάς τον σε σημεία με κυριολεκτική και συνειρμική ιδιότητα) υποστήριζα ότι το ίδιο αντικείμενο μπορεί να τύχει διαφορετικής ανάγνωσης (και ερμηνείας) ανάλογα με κάποιες προσωπικές ή κοινωνικές παραμέτρους του θεατή (ή αναγνώστη).
Στην περίπτωσή μου όμως και σχετικά με το γεγονός που σας περιέγραψα προσπαθώ να κατανοήσω μέσα από ποιό μηχανισμό μπορεί κανείς να παραβλέψει, να αγνοήσει και να μην εμπιστευτεί την ίδια του την όραση απέναντι σε ένα "σημείο" τόσο κυριολεκτικό, σαφές, οφθαλμοφανές (και αρκετά ευδιάκριτο...) αναγνωρίζοντάς και ταυτοποιώντας το (στη συνέχεια) κάτω από το απομακρυνόμενο ηχητικό του ίχνος, όσο μελωδικό κι αν είναι αυτό...

2/11/09

το τα του

Σύμφωνα με τη Σημειωτική επιστήμη (ή "Σημειολογία", για τους Αγγλοσάξωνες) ο κόσμος που μας περιβάλλει είναι ένας κόσμος σημείων. Η ίδια η κοινωνική ζωή συντίθεται από σημεία, ή ορθότερα, από σημειωτικά συστήματα (οι λέξεις, οι εικόνες, οι χειρονομίες...), το πληρέστερο των οποίων αποτελεί η (κοινωνική) γλώσσα.

Τα βασικά χαρακτηριστικά του σημείου είναι η κυριολεκτική σημασία (η εμπειρική, αυτή που εμπίπτει άμεσα στις αισθήσεις μας) και η συνειρμική σημασία του (το "κρυμένο" νόημα, αυτό που αποτελεί το αποτέλεσμα μιας πιο σύνθετης νοητικής διεργασίας).
Εν προκειμένω, η συνειρμική σημασία είναι και η πλέον ενδιαφέρουσα αφού παρουσιάζει μια εξαιρετικά εντυπωσιακή ποικιλία μεταξύ των υποκειμένων, εξαρτώμενη από βιωματικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς κ.α. παράγοντες, που είναι ικανοί να αποδώσουν στο ίδιο αντικείμενο εντελώς διαφορετικές ερμηνείες και να προκαλέσουν πλήθος συνειρμών.

Μεταξύ των σημειωτικών συστημάτων, η εικόνα, για μένα, αποτελεί την πλέον ενδιαφέρουσα περίπτωση. Ίσως γιατί "αντιστέκεται περισσότερο στο νόημα", όπως παρατηρεί ο Rolan Barthes. Κι' αυτό γιατί, αν περιοριστούμε στην εικόνα ως απλή ανα-παράσταση, τότε αυτή εκπίπτει σε μια νεκρανάσταση της πραγματικότητας και γνωρίζουμε όλοι ότι κάθε τι ευκρινές, κατανοητό και ξεκάθαρο είναι ιδιαίτερα αντιπαθητικό σαν βίωμα.
Όλοι έχουμε ανάγκη για μια παραπέρα ερμηνεία, για μια δεύτερη ανάγνωση, για ένα κρυμένο νόημα (πέρα από το προφανές), ώστε η διαδικασία στη θέα μιας εικόνας να προσφέρει ένα ελκυστικό ενδιαφέρον, ένα παιχνίδι με το άγνωστο, μια γοητευτική περιπέτεια αναζήτησης...

Έτσι, στη θέα μιας εικόνας ενός αετού (για παράδειγμα), άλλος μπορεί να αντιλαμβάνεται την ενσάρκωση της έννοιας "υπερηφάνεια", άλλος να νοιώθει το ευεργετικό αίσθημα της ελευθερίας μέσω μιας λυτρωτικής πτήσης και άλλος να επαναφέρει στη μνήμη του ιστορικές μνήμες και γεγονότα, όπου ο αετός (ως δικέφαλος, για παράδειγμα) εσυμβόλιζε κραταιές αυτοκρατορίες (ή χαμένες πατρίδες, κατά περίπτωση).
Αντίστοιχα, η εικόνα ενός φιδιού, μπορεί να προκαλέσει (ως συνήθως) αποστροφή και φόβο, είναι δυνατόν, ωστόσο, να αναβαθμιστεί μέσα από τη μυθολογική προσέγγιση σε σύμβολο ανακούφισης και θεραπείας.


Πριν ένα χρόνο, σε περίοδο διακοπών, είχα αναφερθεί σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να επιτρέψω την αποτύπωση της θερινής χαλαρότητας υπό τη μορφή ενός προσωρινού σχεδιαστικού ίχνους πάνω στο σώμα μου. Μια σήμανση, που θα διαρκούσε (για λόγους κατασκευαστικούς αλλά και συμβολικούς) λίγες εβδομάδες, όση ακριβώς και η διάρκεια της απόδρασης από τη συμβατική καθημερινότητα μιας ολόκληρης χρονιάς.
Η προσπάθεια ακυρώθηκε εν τη γενέσει της για λόγους που δεν μπορώ ακόμη και τώρα να προσδιορίσω, εκτός ίσως από την λανθάνουσα πρόθεση να εμπιστευτώ μια τέτοια "επέμβαση" στα χέρια των ειδικών, που όταν συμβαίνει να είναι και φίλοι, η εγγύηση για ένα καλό αποτέλεσμα είναι δεδομένη.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι το πλήρωμα του χρόνου έφτασε και ευρισκόμενος σε αντίστοιχες συνθήκες (light διακοπών) αποφάσισα να διαθέσω το χέρι μου για μια προσωρινή, σχεδιαστική επέμβση, επιλέγοντας σαν θέμα ένα μικρό φιδάκι.

19/10/09

τεστ

Είναι γνωστό ότι τα Φθινοπωρινά απογεύματα προσφέρουν ιδανικές συνθήκες φωτισμού για φωτογράφηση.
Παρατηρώντας τα αποτελέσματα από μια χθεσινή εξόρμηση στην παραλία (με διαθέσεις για φωτορεπορτάζ) διεπίστωσα σε μία από της λήψεις κάτι το παράδοξο.
Δημοσιεύω τη σχετική φωτό, ζητώντας σας να ανακαλύψετε τι ασυνήθιστο και παράλογο συμβαίνει εν προκειμένω.

Το βραβείο για τους νικητές θα είναι μια βόλτα στην παραλία για να παρακολουθήσουμε μαζί τη μεγαλειώδη παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.

2/10/09

χωρις λογια (και εργα)


Σκίτσο, προορισμένο για δημοσίευση στο "αντί", σε περασμένες εποχές (εκλογών), που παραμένουν πάντα επίκαιρες.

28/9/09

τα κοκκινα βιβλια

Υπήρξε ο ηγέτης των Μαοϊκών στο Πολυτεχνείο, στη δεκαετία του '70.
Από 'κει και το προσωνύμιο "Χο Τσι Μινχ", (απόλυτα δικαιολογημένο από το σχετικό μουσάκι που συμπλήρωνε το πάντοτε χαμογελαστό πρόσωπό του). Οι φίλοι του, προτιμούσαμε να τον προσφωνούμε "Τοπό" (οικονομικότερη απόδοση της ιδιότητάς του ως τοπογράφος μηχανικός).
Στα χρόνια που ακολούθησαν, με τον Τάκη (ένα όνομα επιτέλους πιο κοντά στην πραγματικότητα) υπήρξαμε συγκάτοικοι στο Παρίσι. Οι φοιτητικές αντιπαλότητες είχαν παρέλθει τελεσίδικα και στους καινούργιους ορίζοντες, που προσέφερε ορθάνοιχτους η "πόλη του φωτός" καθένας μας αναζητούσε να καλύψει χαμένο έδαφος σε γνώση και εμπειρία.
Ενας τρόπος ήταν και οι πολύωρες επισκέψες σε βιβλιοπωλεία, κυρίως για λαθρανάγνωση αλλά και κάποιες μετρημένες αγορές, όσες μας επέτρεπαν τα περιορισμένα οικονομικά μας μέσα, εντυπωσιακά δυσανάλογα με το κόστος των βιβλίων...

Ο Τάκης είχε μια ιδιαίτερη θεματική προτίμηση. Κυνηγούσε με πάθος βιβλία Μαγειρικής! Ο,τιδήποτε αφορούσε σε γαστρονομικές απολαύσεις, αποτελούσε το στόχο του.
Το ενδιαφέρον του όμως δεν ήταν αποκλειστικά βιβλιογραφικό (πώς θα μπορούσε άλλωστε, με τέτοιο αντικείμενο)! Οι οδηγίες έπρεπε να μεταφερθούν στην κατσαρόλα. Οι (ιλουστρασιόν) φωτογραφικές εικόνες των τριτοκοσμικών -κυρίως- εδεσμάτων έμελλε να αποκτήσουν σάρκα, οστά, οσμές και γεύσεις στη μικρή κουζίνα που είχαμε "κληρονομήσει" μαζί με το σχετικό εξοπλισμό από τον Μαροκινό προηγούμενο ενοικιαστή. Το αποτέλεσμα, στην αρχή πειραματικό, άρχισε σύντομα να εξελίσσεται σε εντυπωσιακό, όχι μόνο σε γευστικό επίπεδο αλλά (για ένα άνθρωπο της εικόνας, όπως εγώ) και σαν εικαστική σύνθεση, με τις πρωτόγνωρες γαρνιτούρες και την αχαλίνωτη φαντασία στην οπτική οργάνωση του σερβιρίσματος.
Επειδή, όμως, κάθε απόλαυση έχει και το (αναπόφευκτο) τίμημά της, σε ό,τι με αφορά, η πληρωμή του συγκεκριμένου κόστους μεταφραζόταν σε διπλάσιο πλύσιμο πιάτων από τα συνηθισμένα!

Με λίγα λόγια-για να επανέλθω στην ουσία- ο (συγκοινωνιολόγος) συγκάτοικός μου οδηγούσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές σε άγνωστους, ενδιαφέροντες δρόμους με καθοριστικές (για τον ίδιο) συνέπειες στο άμεσο μέλλον. Και τις οδήγησε, τελικά, με ξεχωριστή επιτυχία!
Σήμερα, απολαμβάνει τα αγαπημένα του ενδιαφέροντα μέσα από το επάγγελμα του επιτυχημένου δημοσιογράφου-γευσιγνώστη, έχοντας επεκτείνει τη δράση του και σε συμπληρωματικούς τομείς του (ας μου επιτρέψει) life style ή έστω του savoir vivre...

Από τα πολλά που μου θυμίζουν τον φίλο μου, σημειώνω ιδιαίτερα την αγάπη μας για το κινέζικο menu, ενός menu που βρίσκεται πολύ ψηλά στις γαστρονομικές μου προτιμήσεις, μακαρίζοντας (γι' αυτό) και τη μακρινή χώρα προέλευσής του, μια χώρα, που αυτές τις μέρες γιορτάζει την επέτειο της "πολιτιστικής" της επανάστασης.

19/9/09

τελειες (με πολλα θαυμαστικα)

Υπάρχει ένα είδος εκπαίδευσης, ένα είδος μαθητείας, που συντελείται υπό συνθήκες πέραν της τυπικής υποχρέωσης (όποια κι αν είναι αυτή) των σπουδών και καθ' υπέρβαση του προβλεπόμενου για μια τέτοια δραστηριότητα χρόνου. Μια διαδικασία σπουδών, που κύριο γνώρισμά της είναι η αγάπη για το αντικείμενο, γι' αυτό απαιτεί (και προϋποθέτει) μια γενναιόδωρη παραχώρηση του ελεύθερου (από τις συμβατικές υποχρεώσεις) χρόνου μας. Είναι το "κρυφό σχολειό", στο οποίο καταφεύγουμε -ενήλικες πλέον-με την προσδοκία να καλύψουμε κάποια μαθησιακά κενά μας, να ανακαλύψουμε κάποιες νέες γνωστικές περιοχές, να ικανοποιήσουμε απωθημένες επιθυμίες πάνω σε απρόσιτα (στο παρελθόν) γνωστικά αντικείμενα.
Σε ένα τέτοιο εργαστήρι πέρασα πολλά Παρισινά βράδια, προσπαθώντας να πλησιάσω δύο αγάπες, που στοίχειωναν από τα φοιτητικά μου χρόνια.
Το κόμιξ και το κινούμενο σχέδιο.
Η προσέγγιση βέβαια δεν ήταν εύκολη και όπως κάθε ετεροχρονισμένη αναζήτηση του ερωτικού αντικειμένου άφηνε γλυκόπικρη τη γεύση της προσωρινής απόλαυσης εναλασσόμενης με το φόβο της ματαιότητας της προσπάθειας. Στο εργαστήρι αυτό έχω αναφερθεί εν παρόδω σε μια από τις πρώτες μου αναρτήσεις (με αφορμή ένα γεγονός τελείως διαφορετικό κατ΄αρχήν αλλά τώρα που το συνειδητοποιώ, με ένα κοινό παρανομαστή που ακούει στο όνομα: προσωπική δημιουργία).
Σ' αυτό το εργαστήρι λοιπόν, εγώ ζωγράφιζα τις διαφάνειες, ο διπλανός μου (ένας Τούρκος ζωγράφος) έπλαθε την πλαστελίνη του πάνω σε ιστορίες του Χότζα και ο Christian ο δάσκαλός μας, μιλούσε για τους μεγάλους δημιουργούς του κινουμένου σχεδίου....

Εκεί, άκουσα για πρώτη φορά το όνομα του Norman McLaren...
Μια μεγαλοφυία του συγκεκριμένου χώρου, που σε εποχές πολύ μακρυνές από τις σημερινές (των τεράστιων ψηφιακών δυνατοτήτων), οραματίστηκε και ανέπτυξε πρωτοποριακές τεχνικές, που εντυπωσιάζουν όχι μόνο με το αποτέλεσμα αλλά - κυρίως- με το γεγονός ότι στηρίζονται σε "απλές" χειρονακτικές επεμβάσεις πάνω στο ίδιο το υλικό, δηλ. το φιλμ.
Ο McLaren αναγνωρίστηκε ως κορυφαίος δημιουργός, τιμήθηκε με πολλά βραβεία και το πλέον εντυπωσιακό έργο του θεωρείται το "Pas de deux".
Για μένα, ωστόσο, αυτά που αποτελούν έργα-μνημεία, αυθεντικά έργα τέχνης, κυρίως διότι μετατρέπουν απλές, απλούστατες γεωμετρικές φόρμες σε καλλιτεχνικές ομιλούσες μορφές, αναγορεύοντας τα ταπεινά σημεία σε οπτικοακουστικά ερεθίσματα, συντονισμένα και ολοζώντανα, είναι τα έργα του που διαπραγματεύονται "απλές" επεμβάσεις πάνω, τόσο στο καρέ του φιλμ, όσο και στην ηχητική μπάντα.

Ένα από αυτά, το "Dots", έργο του 1940, μπορείτε να το παρακολουθήσετε στη συνέχεια:
(Καλό θα είναι να απενεργοποιήσετε το Gcast για να απολαύσετε και τον ήχο, χωρίς να προκαλείται σύγχυση με το "Jolene").


Σχετικά με την τεχνική του McLaren, μπορεί κανείς να πάρει μια ιδέα εδώ.

Το έργο του πρωτοπόρου Σκωτσέζου σχεδιαστή (που εργάστηκε και διακρίθηκε κυρίως στον Καναδά), αποτελεί ανεκτίμητη παρακαταθήκη για τους αντίστοιχους δημιουργούς, μερικοί από τους οποίους δεν παύουν να εκφράζουν δημόσια την ευγνωμοσύνη τους, όπως ο Wassilli Dudan, που το κάνει ακόμη και... μέσω του πρωινού καφέ του.


25/8/09

πρωινος καφες


Από το σύνολο των κτιρίων που στεγάζουν τις λειτουργίες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, αυτό της Φιλοσοφικής Σχολής, το κεντρικό, ξεχωρίζει εντυπωσιακά από τα υπόλοιπα. Είναι φυσικό άλλωστε αν αναλογιστεί κανείς ότι η συγκεκριμένη σχολή ιδρύθηκε το 1925 και λειτούργησε από το 1926, πολύ ενωρίτερα δηλ. από τις υπόλοιπες σχολές.
Η νεοκλασική μορφή του αποτελεί φωτεινή εξαίρεση στο σύνολο του κτιριακού συγκροτήματος του ΑΠΘ, όπου κυριαρχούν τα μοντέρνα και -πρόσφατα- τα μεταμοντέρνα κτίσματα.

Σαν πρωτοετής φοιτητής της Αρχιτεκτονικής επισκεπτόμουν μια φορά την εβδομάδα το συγκεκριμένο κτίριο για τη συνδιδασκαλία στο μάθημα "Ιστορία της Τέχνης", που διδασκόταν (από κοινού με τους φοιτητές της Φιλοσοφικής) από τον καθηγητή της Σχολής Χρύσανθο Χρήστου. Η προσέλευση των συναδέλφων αρχιτεκτόνων (και κυρίως του ανδρικού πληθυσμού) ήταν εντυπωσιακή. Ο λόγος ήταν απλός και καθόλου σχετικός με την αγάπη προς την Τέχνη.
Στη φιλοσοφική σχολή, η αναλογία μεταξύ ανδρών και γυναικών ήταν περίπου 1:7 !!
Αποτελούσε, επομένως προνομιακό χώρο για καμάκι! Βέβαια, στην αρχιτεκτονική υπήρχε ούτως ή άλλως ιδανική αναλογία στην εκπροσώπηση των δύο φύλων αλλά, όπως μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί, όσο μεγαλύτερη η προσφορά...τόσο το καλύτερο για τη ζήτηση...

Υπήρχε, όμως κι ενας επιπλέον λόγος, που μερικές φορές μαζί με μια παρέα φίλων καταλήγαμε τα πρωινά στη Φιλοσοφική σχολή. Το κτίριο διέθετε ένα απίθανο, μοναδικό κυλικείο με μαρμάρινα τραπεζάκια, πάνω στα οποία εδέσποζε ανθοδοχείο με γνήσια άνθη και ψάθινες καρέκλες, όπου μπορούσες να απολαύσεις ελληνικό καφέ ψημένο σε άμμο!
Μια πρωτοφανής καινοτομία για την εποχή και ασφαλώς εντελώς ασυνήθιστη για τα δεδομένα ενός κυλικείου πανεπιστημιακής σχολής.

Μετά από τόσα χρόνια λοιπόν σκέφτομαι οτι αξίζει τον κόπο να επισκεφτώ αυτό τον μοναδικό χώρο για να διαπιστώσω αν ακόμη διατηρείται όπως τον θυμούμαι, συνοδεύοντας παράλληλα την κόρη μου, σαν πρωτοετή φοιτήτρια της Σχολής...

12/8/09

η αναπαυση του πολεμιστη

Η ανάγκη για ανάπαυση είναι κάτι παραπάνω από αυτονόητη. Είναι αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα από αυτά, που κατά τον Σπινόζα δεν μπορούμε να παραιτηθούμε ακόμα και με τη συγκατάθεσή μας.
Οι καλοκαιρινές διακοπές είναι μια "θεσμοθετημένη" έκφραση αυτού του δικαιώματος, τουλάχιστον στο εθιμικό πεδίο, με ορατό τον κίνδυνο (τα τελευταία χρόνια) να μεταλλαχθεί σε θεσμό-φάντασμα καταλαμβάνοντας μια θέση στη σφαίρα του ανικανοποίητου.
Η υλοποίηση της θερινής ραστώνης, ενδέχεται να αποτελεί προϊόν ετήσιου προγραμματισμού, όπου η ελπίδα και η προσμονή συντηρούν το υποκείμενο για έντεκα μήνες, προβάλλοντας διαρκώς την υπόσχεση της καλοκαιρινής αποζημίωσης ως αντιστάθμισμα στην καθημερινή μετριότητα και μονοτονία. Μπορεί, ωστόσο να προκύψει και μέσα από αυτοσχεδιασμούς της τελευταίας κυριολεκτικά στιγμής, όπου ο τόπος, η διαδικασία και οι συνθήκες περιβάλλονται από σχετική ασάφεια και αβεβαιότητα.
Είμαι από αυτούς που επιλέγω (σχεδόν) πάντα τον δεύτερο δρόμο, αλλά αυτό ελάχιστη σημασία έχει. Αντίθετα, αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η αίσθηση της φυγής. Μια αίσθηση, που είναι περισσότερο έντονη στη φάση της αναμονής και αρχίζει να καταλαγιάζει από τη στιγμή που οι διακοπές καταγράφονται πλέον ως γεγονός.
Η φυγή λοιπόν, η απόδραση από την καθημερινότητα, είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό των διακοπών. Είναι το εφαλτήριο για μια Άλλη ζωή που είναι Αλλού.

Στους νέους, αυτός ο Άλλος τόπος είναι περισσότερο υποσχετικός και ελπιδοφόρος. Και φροντίζουν να αξιοποιούν την παρουσία τους εκεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο και "παραδόξως" (ενώ το μέλλον τους ανήκει εξ ολοκλήρου) με την αγωνία να ζήσουν "τα πάντα" συμπυκνωμένα και έντονα σαν να πρόκειται όλη αυτή η φιέστα να τελεσιδικήσει.
Με τους ενήλικες, τα πράγματα είναι (εντυπωσιακά) διαφορετικά. Είτε πρόκειται για μια μεταφορά (και λόγω αδράνειας) της καθημερινής κόπωσης, μετασχηματισμένης και εξωραϊσμένης με θερινό ένδυμα και άρωμα, είτε πρόκειται για άκομψες "εκρηκτικές" εκτονώσεις απωθημένων επιθυμιών, που περιβάλλονται από το φωτοστέφανο του "χαμένου χρόνου"...
Οι ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι για να επιβεβαιώνουν, ακριβώς, τον κανόνα.
Όπως και νάχει το πράγμα, καλόν είναι να αποφεύγεται η συνύπαρξη (τουλάχιστον στις θερινές διακοπές) των νέων με τους ηλικιωμένους. Για αμοιβαίο όφελος...

Η ανάγκη για ανάπαυση ωστόσο δεν ικανοποιείται μόνο (και δεν οδηγεί πάντα) σε διακοπές, παρά μόνο ως σχετική "πολυτέλεια". Γιατί η συνηθέστερη μορφή της, είναι σαφώς πιο βραχύβια και σαφώς πιο άδοξη, αφού πρόκειται για μια απλή ανάπαυλα μέσα στην καθημερινή ροή των γεγονότων.
Ακραία αλλά και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η ανάπαυση του πολεμιστή. Πρόκειται για τη συμπυκνωμένη απουσία από τη δράση, τη στιγμιαία παύση του χρόνου, όπου ο μαχητής ξαποσταίνει για λίγο (εξαντλώντας όλα τα περιθώρια που του προσφέρονται) για να συνεχίσει την πορεία του...
Κάπως έτσι, λοιπόν, σαν ανάπαυση του πολεμιστή αντιλαμβάνομαι την (προσωρινή όπως πιστεύω) απουσία του φίλου μας του ηλιογράφου από την παρέα μας.


Οι φωτό, είναι οι τελευταίες που μου έστειλε.

14/7/09

καλο καλοκαιρι



Θα λείψω (και θα μου λείψετε) για λίγες μέρες.
Εύχομαι σε όλους ένα ξένοιαστο καλοκαίρι, με στιγμές σαν κι αυτές που έζησα τον περσινό Ιούλιο, απ' όπου και το βιντεάκι.

9/7/09

τρεχουν τ' αλογα...τρεχουν

Με το τζόγο, η σχέση μου είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Αν εξαιρέσει κανείς κάποια δελτία προ-πο (την εποχή της εφηβείας) και κάποια αντίστοιχα του lotto (μερικά χρόνια αργότερα), σπάνια έχω υποκύψει στον πειρασμό να αγοράσω κάποιο λαχείο ή να συμμετάσχω σε κάποια λοταρία.
Για πιο "σκληρά" παιχνίδια, ούτε λόγος...

Παρ' όλα αυτά, κάποτε, (λίγα χρόνια μετά το πέρας των σπουδών μου) έζησα μια μοναδική εμπειρία σχετική με τη γοητεία που μπορεί να σου προσφέρει η διεκδίκηση της επιτυχίας μέσα από διαδικασίες μεταφυσικής προσμονής και μακάριας(;) εναπόθεσης των ελπίδων σου στους νόμους των πιθανοτήτων.
Με μια παρέα παλιών συμφοιτητών δοκιμάζαμε τα καινούργια χαρμάνια espresso στο "Brasil" της Βουκουρεστίου. Η Αννούλα, ο Βασίλης και ο Σωτήρης ήσαν από τους πλέον ενδιαφέροντες εκπροσώπους της νέας γενιάς στη Σχολή και αυτός ήταν ένας σοβαρός λόγος για να διατηρώ σχέση μαζί τους και μετά το τέλος των σπουδών μας και παρά την κάποια διαφορά στην ηλικία μας. Αφού η συζήτηση μεταξύ Χαίλντερλιν, Ρεμπώ, Αντονιόνι και Μποφίλ έβαινε στο τέλος της, ο πλέον απρόβλεπτος της παρέας, ο Βασίλης, έριξε την ιδέα να συνεχίσουμε τις αναζητήσεις μας σε πιο γήινα πεδία. Για του λόγου το αληθές μάλιστα, επρότεινε μια επίσκεψη στον Ιππόδρομο!
Η πρόταση έγινε ομόφωνα και με ενθουσιασμό δεκτή από τους υπόλοιπους και σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε στο Φαληρικό Δέλτα.
Για όποιον δεν έχει ζήσει (ακόμα) τη διαδικασία μιας ιπποδρομίας, οφείλω να ενημερώσω ότι υπάρχει ολόκληρο τελετουργικό που τηρείται με σεβασμό (και ιδιοτέλεια) από τους φιλίππους.
Το πρωτόκολλο λοιπόν επιβάλει (πριν από την κατάθεση των στοιχημάτων) την επίσκεψη στον ειδικό χώρο, όπου παρελαύνουν οι ίπποι, συνοδευόμενοι από τους αναβάτες (πεζούς) και όπου μπορεί(;) κανείς να διαπιστώσει τη φυσική κατάσταση των αγωνιζομένων, ώστε να ποντάρει "εκ του ασφαλούς". Σ' αυτή την πασαρέλα λοιπόν, εκτός από τη γνωριμία μου με τον ενδιαφέροντα κόσμο των φιλίππων είχα την ευκαιρία να αναθερμάνω παλιές σχέσεις (αντιπαλότητας) με πρώην στελέχη διαφόρων φοιτητικών παρατάξεων, που παροπλισμένοι, αφού το παιχνίδι ήταν πλέον over, κατέφευγαν σε αναζητήσεις νέων εμπειριών (όπως μου εξομολογήθηκε κάποιος) κατεχόμενοι και από το σύνδρομο του a la recherche du temps perdu.

Η προσωπική μου επιλογή άκουγε στο όνομα "Εκβους", ένα ολόλευκο άλογο, το οποίο κέρδισε την προτίμησή μου φυσικά περισσότερο λόγω ονόματος και λιγότερο λόγω φυσικής υπεροχής έναντι των υπολοίπων...

Όταν ήλθε η ώρα να πάρουμε θέση στις εξέδρες του Φαληρικού σταδίου, συνειδητοποίησα έκπληκτος ότι ο σκοπός της επίσκεψης (ως ζητούμενη νέα εμπειρία) ολοκληρωνόταν τη συγκεκριμένη στιγμή μέσα από μια απροσδόκητη και μοναδική εικόνα 5.000 θεατών να μελετούν απερίσπαστοι, σκυμένοι πάνω στα ειδικά έντυπα που ενημέρωναν για τα στατιστικά δεδομένα των αγώνων (και άρα τις πιθανότητες της σωστής πρόβλεψης).

Ποτέ δεν φανταζόμουν τόσους πολλούς νεοέλληνες να μελετούν και μάλιστα ταυτόχρονα!

15/6/09

Ο Μπορχες κι εγω


Σαν χθες, στις 14 Ιουνίου 1986, πεθαίνει στη Γενεύη ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Για τη σχέση που έχω με τον μεγάλο Αργεντινό Δημιουργό, έχω γράψει στη σχετική ανάρτηση (Ο Μεγάλος Παραμυθάς/ http://teopap21.blogspot.com/2008/06/blog-post_18.html), την περασμένη χρονιά, με αφορμή την ίδια επέτειο.
Φέτος θα αφήσω τον ίδιο τον Ποιητή να μιλήσει, μέσα από το έργο του "Ο Μπόρχες κι εγώ" (Συλλογή "Ο ποιητής",/"Άπαντα πεζά", εκδ. Ελληνικά γράμματα, Αθήνα 2005, σε μετάφραση, επιμέλεια και σχόλια του Αχιλλέα Κυριακίδη).

Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΚΙ ΕΓΩ
Στον άλλον, στον Μπόρχες, συμβαίνουν όλα. Εγώ, περπατώ στο Μπουένος Άιρες και σταματώ, ίσως πια μηχανικά, για να κοιτάξω την καμάρα μιας εισόδου και την καγκελόπορτα· νέα του Μπόρχες λαβαίνω με το ταχυδρομείο και βλέπω τ' όνομά του σε μια τριανδρία καθηγητών ή σ΄ένα βιογραφικό λεξικό. Εμένα μ΄αρέσουν οι κλεψύδρες, οι χάρτες, η τυπογραφία του 18ου αιώνα, η γεύση του καφέ και η πεζογραφία του Στήβενσον· ο άλλος, μοιράζεται μαζί μου αυτές τις προτιμήσεις, αλλά μ΄έναν τρόπο ματαιόδοξο που τις μετατρέπει σε καμώματα θεατρίνου. Θα΄ταν υπερβολικό να πω ότι οι σχέσεις μας είναι εχθρικές· εγώ ζω, εγώ αφήνομαι να ζω, μόνο και μόνο για να μπορεί ο Μπόρχες να υφαίνει τη λογοτεχνία του, κι αυτή η λογοτεχνία με δικαιώνει. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να παραδεχτώ πως έχει γράψει μερικές αξιόλογες σελίδες, αλλά αυτές οι σελίδες δεν μπορούν να με σώσουν, ίσως γιατί το καλό δεν ανήκει πια σε κανέναν, ούτε καν στον άλλον, αλλά στη γλώσσα ή στην παράδοση. Κατά τα άλλα, εγώ είμαι καταδικασμένος να χαθώ, να χαθώ για πάντα, και μόνο κάποια στιγμή μου μπορεί να επιβιώσει στον άλλον. Λίγο λίγο, του τα παραχωρώ όλα, κι ας ξέρω τη διεστραμμένη συνήθειά του να παραποιεί και να υπερβάλλει. Ο Σπινόζα κατάλαβε πως όλα τα πράγματα θέλουν να παραμείνουν αυτό που είναι· η πέτρα θέλει να είναι αιωνίως πέτρα, και η τίγρη, τίγρη.
Εγώ θα παραμείνω Μπόρχες· όχι ο εαυτός μου (αν υποτεθεί ότι είμαι κάποιος), αν και αναγνωρίζω τον εαυτό μου λιγότερο στα βιβλία του απ' όσο στα βιβλία πολλών άλλων ή στο περίτεχνο γρατζούνισμα μιας κιθάρας. Πριν κάποια χρόνια, προσπάθησα ν΄απελευθερωθώ απ΄αυτόν, και πέρασα απ΄τις μυθολογίες των προαστίων στα παιχνίδια με το χρόνο και το άπειρο· αυτά τα παιχνίδια, όμως, τώρα πια ανήκουν στον Μπόρχες, και θα χρειαστεί να επινοήσω άλλα.
Έτσι, όλη μου η ζωή είναι μια φυγή, κι όλα τα χάνω κι όλα ανήκουν στη λήθη - ή σ΄αυτόν.

Δεν ξέρω ποιος από τους δύο μας γράφει αυτή τη σελίδα.

9/6/09

χωρις τιτλο

26/5/09

ενας ευρωπαιος Πολιτης


Το περιοδικό "Πολίτης" (και αργότερα "Δεκαπενθήμερος Πολίτης") αποτελούσε στη δεκαετία του '80 ένα προσφιλή τόπο κατάθεσης απόψεων, σχολίων και προβληματισμού της ανανεωτικής αριστεράς. Εκδότης του ο Άγγελος Ελεφάντης και συνεργάτες προσωπικότητες του πολιτικού, επιστημονικού και πνευματικού κόσμου. Μέσα από τις στήλες του ξεπηδούσαν θέματα που ξεπερνούσαν τα όρια ενός "στείρου" πολιτικού προβληματισμού και άπτονταν γενικότερων θεμάτων (πολλές φορές πρωτότυπων) που απασχολούσαν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.
Τα άρθρα του και οι διάλογοι, που προέκυπταν μέσα από τις γόνιμες προσθήκες ή διαφωνίες συνεργατών και αναγνωστών, προσέδιδαν μια ξεχωριστή ποιότητα στον προβληματισμό της Αριστεράς.

Μέσα από τις στήλες του περιοδικού δεν έλλειπε το χιούμορ, απαραίτητο εφόδιο άλλωστε για την εκτόνωση ενός (πολιτικού) κλίματος υπό συνθήκες σοβαροφανούς Πασοκικής διακυβέρνησης.
Ενα χιούμορ πλαισιωμένο και με αυτοσαρκασμό, που αποτελούσε και την ειδοποιό διαφορά με τον δογματικό χώρο της Αριστεράς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούσε η αθλητική και (παρα)αθλητική δημοσιογραφία που φιλοξενούσε επιδεικνύοντας κατ΄αυτό τον τρόπο τον επιβαλόμενο σεβασμό σε μερίδα αναγνωστών του με σχετικά ενδιαφέροντα...
Κάποια στιγμή μάλιστα προχώρησε και σε ένα διαγωνισμό, θέτοντας το σύνθετο ερώτημα:
"Ποιός, πότε, γιατί και σε ποιούς είπε την φράση ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ 300 ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ και σε ποιό έντυπο δημοσιεύτηκε"
Το βραβείο για τον νικητή ήταν η προσφορά όλων των τευχών του περιοδικού από το πρωτοεκδοθέν μέχρι το τελευταίο (Νο 50).

Η πρόκληση για ένα ΑΕΚτζή ήταν μεγάλη!
Την επική αυτή φράση την είχε εκστομίσει λίγες εβδομάδες πριν ο τότε προπονητής της ΑΕΚ Γιάτσεκ Γκμοχ, απευθυνόμενος στους ποδοσφαιριστές της ομάδας, ενόψει ενός κρίσιμου Ευρωπαϊκού αγώνα! Η συγκεκριμένη προτροπή είχε δημοσιευτεί στο συλλογικό έντυπο "Δικέφαλος".
Έστειλα - όπως είναι προφανές - την απάντηση και μετά από λίγες μέρες δέχτηκα την πρόσκληση να παραλάβω το βραβείο μου.

Επισκέφτηκα ένα πρωινό τα γραφεία του περιοδικού στην Πλάκα. Μπαίνοντας είδα τον εκδότη (που γνώριζα από το φωτορεπορτάζ) και ένα άλλο συνεργάτη.
Εξήγησα το λόγο της επίσκεψης και τότε ο συμπαθής συνεργάτης χαμογελώντας διετύπωσε μια απορία για τις ποδοσφαιρικές μου προτιμήσεις μαζί με ένα ελαφρά ειρωνικό σχόλιο...
Ήταν οπαδός του Ολυμπιακού όπως μου εξήγησε. Δηλαδή ένα γαύρος (στην ποδοσφαιρική αργκό).
Αυτό ήταν ίσως και το μοναδικό "μεμπτό" σημείο του Μιχάλη Παπαγιαννάκη... 
Ενός εξαιρετικού ανθρώπου-κόσμημα της Αριστεράς.
Ενός ήπιου ηγέτη και στοχαστή.
Μιας προσωπικότητας με βαθειά ριζωμένες μέσα του τις αξίες του Ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ενός κοσμοπολίτη πολιτικού, που πριν λίγες ώρες πραγματοποίησε το τελευταίο του ταξίδι... 




20/5/09

μερες ραδιοφωνου



Η εκπομπή "Το θέατρο στο ραδιόφωνο" ήταν μια σειρά από τρεις βραδυνές ραδιοφωνικές εκπομπές που μεταδίδονταν την Κυριακή, την Δευτέρα και την Τετάρτη γύρω στις 9.οο μ.μ.
Το κάθε θεατρικό επεισόδιο ήταν, συνήθως, μια αυτοτελής ιστορία, που ανάλογα με τη μέρα παρουσίασής της ανήκε στο κοινωνικό (Κυριακή), αστυνομικό (Δευτέρα) και αποκλειστικά ελληνικό (Τετάρτη) δραματολόγιο.
Οι ηθοποιοί που ανελάμβαναν να εμψυχώσουν τους εκάστοτε ραδιοφωνικούς ήρωες ήσαν γνωστοί για την ορθοφωνία τους και πολλές φορές τον ηγετικό ρόλο είχαν γνωστά μεγάλα ονόματα του θεάτρου της εποχής.
Την Κυριακή το βράδυ λοιπόν, μετά την -ραδιοφωνική πάντα- παρουσίαση της προηγηθείσας αθλητικής δραστηριότητας περίμενα με αγωνία το έργο επί των ερτζιανών.

Προηγείτο ένας ενημερωτικός πρόλογος για το συγγραφέα και το έργο του και στη συνέχεια άρχιζε η ¨δράση¨. Μια δράση, όχι βέβαια επί σκηνής αλλά μέσα στο παιδικό μυαλό μου, με κύριο γνώρισμα το χτίσιμο ενός φανταστικού κόσμου που ζούσε και δρούσε μέσα σ΄ένα φανταστικό χώρο. Τα μορφικά χαρακτηριστικά που αποκτούσαν οι ήρωες ήσαν πάντοτε συναρτημένα με το ρόλο τους και οπωσδήποτε συνεπή με τα αρχέτυπα της εποχής, όπως προέκυπταν μέσα από τις σχετικές εικονογραφήσεις των (ηθικοπλαστικών) εντύπων της εποχής. Πολλές φορές κατέφευγα στα "Κλασσικά Εικονογραφημένα" (στην αντίστοιχη ιστορία) για να μορφοποιήσω τον συγκεκριμένο ήρωα. Κάποιες φορές, όμως λόγω της ηχητικής παρεμβολής της φωνής τους ένοιωθα μια δυσκολία σ' αυτή την προσπάθεια ταυτοποίησης.

Με αυτό τον τρόπο ήρθα για πρώτη φορά σε ηχητική επαφή με μυθικές φωνές του θεατρικού κόσμου της χώρας μας. Έτσι γνώρισα την Λαμπέτη, τον Χορν, την Ζαβιτσιάνου, την Χατζηαργύρη, τον Βόκοβιτς, τον Τζόγια και πολλούς από τους θεατρικούς αστέρες της εποχής.
Παράλληλα -και το κυριότερο- με αυτό τον τρόπο, (συμπληρωματικά με την ανάγνωση των εικονογραφημένων κλασσικών) εμυήθηκα στην παγκόσμια (κατά κύριο λόγο) λογοτεχνία (με όλες τις αναπόφευκτες απλουστεύσεις για τις ανάγκες και την οικονομία του ραδιοφωνικού μέσου). Ενός μέσου, που -μεσούσης της Χούντας - γινόταν και ραδιο-φονικό, όταν επρόκειτο για κλασσικά ρώσικα έργα που είχαν αναφορές στη Ρώσικη επανάσταση...

Είχα ξεχάσει όλη αυτή την εμπειρία και πολύ περισσότερο αγνοούσα το γεγονός ότι συνεχίζεται και σήμερα, από το Τρίτο Πρόγραμμα, την Κυριακή το βράδυ... ώσπου, μια παλιά ξεχωριστή και αγαπημένη φίλη (ίσως γνωρίζοντας και την αγάπη μου για τον Κάφκα) με ειδοποίησε ότι στο ¨θέατρο του ραδιοφώνου¨ θα ακουστεί "Η Δίκη".
Έτσι, μετά από μια απολαυστική αθλητική ενημέρωση, την Κυριακή που μας πέρασε, συνέχισα-όπως παλιά- τη θεατρική ακρόαση, που αποτέλεσε και την αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση, αφιερωμένη στην αγαπημένη παιδική μου φίλη Χριστίνα


Το εικονιζόμενο ραδιόφωνο είναι το αυθεντικό, αυτό των παιδικών μου χρόνων.
Η καρικατούρα του Φρ. Κάφκα, ανήκει στον Bernhard Siller.

11/5/09

ο μοναχικος Σαμ


Το να παρακαλουθήσεις μια παράσταση του Πίτερ Μπρούκ είναι μια από τις εξαιρετικές απολαύσεις που μπορεί να προσφέρεις στον εαυτό σου.
Αν μάλιστα η παράσταση αυτή συνδυαστεί και με κείμενα του Σάμιουελ Μπέκετ, τότε η απόλαυση είναι ολοκληρωτική.
Λόγοι ανεξάρτητοι από τη θέλησή μου δεν μου απέτρεψαν να παραβρεθώ στην παράσταση "Fragments" στο θέατρο "Δημήτρης Χορν" το περασμένο διήμερο. 
Όσοι πιστοί, προλαβαίνετε σήμερα και (λόγω μεγάλης ζήτησης) εκτάκτως και αύριο στις 6.30.

Ο Μπέκετ υπήρξε o αγαπημένος μου θεατρικός συγγραφέας μαζί με τον Πιραντέλλο.
Η ματιά αυτού του "ανατόμου της απόγνωσης" πάνω στη ζωή, με συγκινούσε και με γοήτευε ταυτόχρονα. 

Πέρα, όμως από τη γοητεία και την απόλαυση που εισπράττει κανείς από τα κείμενα του, για μένα, το πρόσωπο του μοναχικού Σαμ, το τόσο ασύλληπτα εκφραστικό, υπήρξε ένα μοντέλλο για σπουδές πάνω στο σχέδιο.
Τέλος, να συμπληρώσω, οτι με τον συγγραφέα του "τέλος του παιχνιδιού" ...είχαμε και κάτι κοινό!
Ενα κοινό παιχνίδι, στο οποίο φορέσαμε και οι δύο τη φανέλα του τερματοφύλακα...

3/5/09

ο ανθρωπος που ηθελε να γινει βασιληας



Η κρατική τηλεόραση μετέδωσε χθες αργά μια από τις πιο παραμυθένιες κινηματογραφικές ταινίες. Πρόκειται για το έργο "Ο άνθρωπος που ήθελε να γίνει βασιληάς" του Τζων Χιούστον.
Μια ταινία βασισμένη στο αντίστοιχο μηθιστόρημα του Ρ. Κίπλινγκ, με πρωταγωνιστές δύο από τα ιερά τέρατα του βρεττανικού καστ, τον Σον Κόνερυ και τον Μάϊκλ Κέην. Μαζί τους ο Κρίστοφερ Πλάμερ στο ρόλο του Κίπλινγκ.

Δύο τυχοδιώκτες, πρώην αξιωματικοί του βρεττανικού αποικιοκρατικού στρατού στην Ινδία συνάπτουν μεταξύ τους ένα συμβόλαιο, που τους υποχρεώνει να μεταβούν σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Ινδίας, το Καφιριστάν και όποιος από τους δύο τα καταφέρει, να γίνει βασιληάς της εν λόγω περιοχής. Ως μάρτυρα για την εγκυρότητα του πρωτότυπου αυτού συμβολαίου, προτείνουν τον έκπληκτο Κίπλινγκ.

Μετά από απίθανες περιπέτειες οι δύο ήρωες πετυχαίνουν να φτάσουν στο Καφιριστάν, όπ0υ οι ντόπιοι τους υποδέχονται ως μυθικά πρόσωπα, αποτέλεσμα της φήμης που είχαν αποκτήσει μετά από μια σειρά νικηφόρων μαχών που είχαν διεξάγει κατά πολυάριθμων αλλά αδύναμων αντιπάλων.

Εκεί - κάπου στα οροπέδια του σημερινού Κασμίρ - ο Σον Κόνερυ χάρις σε ένα εντελώς τυχαίο γεγονός, που αδυνατούν να ερμηνεύσουν οι ντόπιοι, σώζεται από το θανατηφόρο βέλος ενός αντιπάλου δίνοντας έτσι μεταφυσική διάσταση στο συμβάν και εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα για τον εαυτό του την αναγνώριση του ως Θεϊκή παρουσία.
Απομένει η τυπική στέψη του ως βασιληά, η οποία και θα ολοκληρωθεί μετά την τελετή του γάμου του με την ντόπια εκλεκτή της καρδιάς του. 

Επειδή, όμως, η τύχη παίζει συχνά άσχημο παιχνίδι σε βάρος των θνητών, ένα επίσης τυχαίο γεγονός θα αποκαλύψει την ανθρώπινη φύση του ήρωα, προακαλώντας την έκρηξη οργής των εξαπατημένων υπηκόων του. Οι τελευταίοι, θα αναγκάσουν τον προ ολίγου Θεό τους και παρ' ολίγον βασιληά τους σε άτακτη φυγή εγκλωβίζοντάς τον σε μια αυτοσχέδια κατασκευή που γεφυρώνει ένα τεράστιο βάραθρο μεταξύ δύο πανύψηλων βράχων.
Εκεί, σ' αυτή την αιωρούμενη γέφυρα, ο Σον Κόνερυ διαβλέποντας το αναπόφευκτο τέλος του και φορώντας το στέμμα του βασιληά, αγέρωχος και με περηφάνεια θα αρχίσει να τραγουδά ένα πολεμικό άσμα της πατρίδας του, λίγο πριν οι διώκτες του κόψουν τα σχοινιά της γέφυρας και τον οδηγήσουν έτσι σε μια πτώση χωρίς τελειωμό...

Στην τελευταία σεκάνς του έργου, ο Μάϊκλ Κέην εμφανίζεται ενώπιον του Κίπλνγκ εξιστορώντας του τα συμβάντα και παραδίδοντάς του το κρανίο του "βασιληά" με το στέμμα σφηνωμένο επάνω του. Φεύγοντας, δεν παραλείπει να θυμήσει στο συνομιλητή του ότι ο παρ' ολίγον βασιληάς έπεσε ηρωϊκά και περήφανα μεν, αλλά σε μια πτώση χωρίς τελειωμό!... 
Μια πραγματική καταβαράθρωση...

.................................................................
Η ταινία, προβλήθηκε από την τηλεόραση ακριβώς μετά τη λήξη του Τελικού του Κυπέλλου Ελλάδος.
  
  

26/4/09

"κυνηγωντας το αντικειμενο"

Ανάμεσα στους πολυάριθμους, νάρκισους, επαρμένους, προκλητικούς και, κυρίως, ημιμαθείς (αν όχι αγράμματους) ασκούντες το επάγγελμα της δημόσιας ενημέρωσης, υπάρχουν, ευτυχώς και ελάχιστοι που σέβονται κατ αρχήν τον εαυτό τους και κατά δεύτερο λόγο εκείνους που (πληρώνουν για να) τους διαβάζουν.
Ένας εξ ' αυτών (των ολίγων) είναι ο Ευγένιος Αρανίτσης.

Είναι ευτύχημα ότι έστω και για μια φορά την εβδομάδα, υπάρχει ένας τόπος (αυτός του ένθετου"7", στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία/στήλη: "παράδοξα"), όπου μπορεί κανείς να αφήσει το μυαλό του να ταξιδέψει σε περιοχές, που η συνθλιπτική βιωματική εμπειρία της καθημερινής κοινοτυπίας και ανούσιας επανάληψης έχει καταστήσει απρόσιτες και άγνωστες.
Είναι μια πραγματική όαση αυτή η στήλη, μια νησίδα σωτηρίας σ' ένα βούρκο σπέρματος από τον ατέρμονα αυνανιστικό παροξυσμό των ΜΜΕ.

Εδώ και καιρό, ο Αρανίτσης έχει επιδοθεί σε μια δύσκολη (αλλά και αποτελεσματική) προσπάθεια να διαβάσει και στη συνέχεια να απεικονίσει το αδιέξοδο των νέων, το θύμο τους, την οργή τους, τη σημερινή ταυτότητά τους και πάνω απ' όλα την αγωνία τους να δραπετεύσουν από τον ετεροκαθορισμό που τους επιβάλλει η σημερινή κοινωνία με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο. 
Η αφορμή δόθηκε μετά τη νεανική εξέγερση του περασμένου Δεκεμβρίου...

Η προβληματική του εστιάζεται πάνω στις συνθήκες που έχουν κληροδοτήσει στους νέους οι μεγάλοι, επιδιώκοντας την (συνειδητή ή όχι) αναπαραγωγή ενός κόσμου, κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωση των δικών τους σταθερών και βεβαιοτήτων. Ενός κόσμου (των κουρασμένων ενηλίκων), εξ' ορισμού αδιάφορο και (τελικά) εχθρικό και ασύμβατο με τα νεανικά όνειρα. 

Στο σημερινό (26/4/09) κείμενό του, συνεχίζει αυτή την ενδιαφέρουσα προσπάθεια.
Ο τίτλος "Κυνηγώντας το αντικείμενο" είναι χαρακτηριστικός και ταυτόχρονα αποκαλυπτικός μιας Σισύφειας προσπάθειας με αβέβαιη κατάληξη (για όλους μας).

Mια πραγματικά ενδιαφέρουσα επίσκεψη:  


21/4/09

το φιλοδωρημα

Στην κωμόπολη που πέρασα τα σχολικά μου χρόνια, ο τρόπος αναψυχής για τον ανδρικό πληθυσμό περιοριζόταν σε ένα και μόνο είδος: το καφενείο.
Υπήρχαν συνολικά τέσσερα.
Ο αριθμός αυτός δεν ήταν τυχαίος. Οι θαμώνες τους ήταν κατανεμημένοι ανάλογα με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, έτσι ώστε οι εν λόγω χώροι να αντιστοιχούν στις τρεις πολιτικές παρατάξεις, τη Δεξιά το Κέντρο και την Αριστερά, ενώ στο τέταρτο στεγάζονταν οι πιο light, οι αναποφάσιστοι (με τα σημερινά κριτήρια).
Η χωροθέτηση αυτή, ήταν συνεπής και με αντίστοιχο διάκοσμο και στυλ...
Βέβαια υπήρχε μια σχετική ευελιξία και κινητικότητα αλλά η συστηματική παραμονή σε κάποιο συγκεκριμένο σηματοδοτούσε και την πολιτική ταυτότητα του θαμώνα.

Εκείνο το βραδάκι, γυρίζοντας από τον καθιερωμένο ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ της "πάνω" και της "κάτω" γειτονιάς (που δεν τελείωνε ποτέ αν η μια ομάδα δεν πετύχαινε 12 τέρματα σε βάρος της αντιπάλου...εξ' ου και το προχωρημένο της ώρας) πέρασα έξω από το "καφενείο των αριστερών".
Ο πλέον επώνυμος αντιπρόσωπος του συγκεκριμένου χώρου ετοιμαζόταν να περάσει μέσα. Βλέποντάς με, με παρεκάλεσε να "πεταχτώ να του αγοράσω την ΑΥΓΗ" δίνοντάς μου ένα δίδραχμο έναντι της 1,50 δραχμής που ήταν η τιμή της.
Έτρεξα στο μοναδικό πρακτορείο και ζήτησα την εφημερίδα.
Η γυναίκα που βρισκόταν στο γκισέ έπεσε από τα σύννεφα! Δεν μπορούσε να πιστέψει σε μια τέτοια παραγγελία, με δεδομένη την πολιτική θέση του πατέρα μου που απείχε πολύ από το να είναι (ή να γίνει) αναγνώστης της ΑΥΓΗΣ...
Εξήγησα στην εμβρόντητη ιδιοκτήτρια ποιός με είχε στείλει και με ανακούφιση μου παρέδωσε το έντυπο.
Επιστρέφοντας τα ρέστα των 50 λεπτών στον παραλήπτη δεν τα δέχτηκε, αμοίβοντας κατ' αυτό τον τρόπο...τον κόπο μου.

Την επόμενη μέρα, πηγαίνοντας για το σχολείο πληροφορηθήκαμε ότι οι Πασχαλινές διακοπές θα διαρκούσαν μια μέρα περισσότερο. Γυρίζοντας περιχαρής (και έτοιμος για παιχνίδι) είδα στην κεντρική πλατεία τον ευεργέτη της προηγούμενης βραδιάς, να επιβιβάζεται σε ένα στρατιωτικό τζιπ για "διακοπές διαρκείας" (όπως έμαθα) σε κάποιο Αιγαιοπελαγίτικο νησί, δημοσία δαπάνη...
Ήταν 21 Απριλίου 1967...    


13/4/09

καλη ανασταση

Αγαπητοί φίλοι μου.
Απρόβλεπτοι λόγοι με ανάγκασαν να απουσιάσω κάποιες μέρες από την παρέα.
Θα συνεχίσω για λίγο ακόμα την απουσία μου, ελπίζοντας να επανέλθω το συντομότερο δυνατόν.
Ως τότε, σας εύχομαι ολόψυχα Καλό Πάσχα και να περάσετε όσο γίνεται πιο ευχάριστα.
Κυρίως, όμως, να προσέχετε τον εαυτό σας. 

4/4/09

ο κομπος

Η σχέση μου με τη γραβάτα είναι περίεργη.
Στα παιδικά μου χρόνια, ικανοποιώντας την επιθυμία του πατέρα μου, η γραβάτα αποτελούσε μόνιμο συμπλήρωμα της εμφάνισής μου στις γιορτινές μέρες. Ακόμη και τους θερινούς μήνες πάντα υπήρχε κάποιο κουστουμάκι (με κοντό πανταλονάκι), όπου η γραβάτα συνιστούσε το απαραίτητο αξεσουάρ που ολοκλήρωνε την "καθώς πρέπει" ενδυματολογική συμπεριφορά μου.

Στα φοιτητικά χρόνια η κατάσταση ανετράπη δυναμικά. Το μέγεθος των μαλλιών, τα γένεια και το συνολικό στυλ δεν άφηναν πολλά περιθώρια για περαιτέρω προσθήκες. Ο κυριώτερος λόγος, βέβαια, ήταν το γεγονός ότι χορτασμένος από τις τόσες γραβάτες, που μου κάθισαν στο λαιμό κατά τη σχολική μου ηλικία, είχα γίνει αλλεργικός στο συγκεκριμένο είδος.
Υπήρε, ωστόσο ένας συνδυασμός που όχι απλώς μπορούσα να τον ανεχθώ αλλα με γοήτευε επιπλέον. Επρόκειτο για τη συνύπαρξη της γραβάτας με ό,τι θα μπορούσε να ακυρώσει το νόημα της σοβαροφάνειας, που η ίδια (εθεωρείτο ότι) επέβαλε. Γραβάτα με τζην και ψηλές μπότες, για παράδειγμα ή μαλλιαρά μπουφάν με καπέλο (Bob Dylan)...
Τα πειράματα δεν είχαν τέλος και η ακραία εκδοχή τους υπήρξε (εις Παρισίους) η αντικατάσταση της γραβάτας με παπιγιόν(!) με την παράλληλη προσθήκη από τιράντες και γκέτες...

Με την ολοκλήρωση των στυλιστικών πειραματισμών, το συγκεκριμένο αξεσουάρ μπήκε οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Μια απαραίτητη σημείωση: Ποτέ δεν έμαθα να δένω κόμπο. Πάντα υπήρχε κάποιος άλλος που ανελάμβανε αυτό το έργο. 'Ετσι έγινε και στο στρατό. Κάποιος συνάδελφος από το Πολυτεχνείο μου έδεσε τον κόμπο (την πρώτη μέρα που παρουσιάστηκα), με τον οποίο ολοκλήρωσα τη στρατιωτική μου θητεία.
Ήταν και η τελευταία φορά που εμφανίστηκα με λαιμοδέτη.
Μου ξέμειναν, ωστόσο μερικές γραβάτες, μεταξύ των οποίων μία έχει ιδιαίτερη σημασία και προέλευση.
Πριν από λίγα χρόνια ένας παλιός φίλος είχε -στο πλαίσιο της εργασίας του-μια επαγγελματική σχέση με τον πρόεδρο του ΛΑ.Ο.Σ. στη Θεσσαλονίκη.  Ο κ. Καρατζαφέρης, ικανοποιημένος από τη συνεργασία τους προσέφερε στο φίλο μου ένα δώρο. Οταν βρεθήκαμε με τον φίλο μου, ο τελευταίος μου μετεβίβασε το δώρο του προέδρου. Ανοίγοντας τη συσκευσία διαπιστώσαμε ότι επρόκειτο για μια γραβάτα... με το λογότυπο του ΛΑ.Ο.Σ. !
Έτσι, η πενιχρή συλλογή μου από γραβάτες εμπλουτίστηκε απρόσμενα με μια συλλεκτική!

Όταν, αγαπητοί μου φίλοι συνblogers αποφασίσουμε να γνωριστούμε (σε κανένα party /δεν θάταν και άσχημη ιδέα) θα φροντίσω να φορώ τη συγκεκριμένη γραβάτα για να με αναγνωρίσετε!
Ως τότε...καλό Σ.Κ.


Σημείωση: Παρά την αντιπάθειά μου (πλέον) για τις γραβάτες, στα σκίτσα μου με θέμα την ανδρική φιγούρα πάντα η γραβάτα είναι παρούσα (αν όχι κυρίαρχη).

24/3/09

ταξιδι




"Η μνήμη γράφει και η ανάμνηση (ξανα) διαβάζει τα γεγραμμένα"

Όποια θέση και αν υιοθετήσει κανείς απέναντι στο παρελθόν, είτε δηλαδή το θεωρήσει σαν μια απλή διάσταση του χρόνου, είτε το αποδεχθεί σαν ένα κοιμητήριο από διαφυγόντα και ανεπίστροφα παρόντα, ένα είναι βέβαιο:
"Από όποια θέση κι αν σε σημαδέψει το παρελθόν, θα πετύχει διάνα το στόχο του"...
Ακόμα περισσότερο, όσο πιο απομακρυσμένη από το καθεστώς της παροντικότητας είναι η ανάμνηση, όσο πιο βαθειά βυθισμένη στο πεδίο των βιωματικών παρακαταθηκών, τόσο η ανάκληση του βιώματος είναι πιο έντονη, πιο ζωντανή, πιο παρούσα. Είναι όμως το ίδιο το βίωμα (το γεγονός) παρόν ή η εικόνα του; Δεν ζούμε, βέβαια, για να θυμόμαστε (κάτι τέτοιο μόνο ως παθολογικό σύμπτωμα θα μπορούσαμε να το εκλάβουμε). Αντίθετα, θυμόμαστε επειδή ζούμε. Αλλά τι ακριβώς θυμόμαστε; Το ίδιο το γεγονός ή την εντύπωσή του; Το πάθος που προκάλεσε μια κατάσταση ή την ίδια την κατάσταση (σαν συνέπεια του πάθους);
Κατά τον Αριστοτέλη, η αίσθηση ενός συμβάντος αφήνει μέσα στην ψυχή κάποιο αποτύπωμα, κάτι σαν ζωγραφικό ίχνος (οίος ζωγράφημα), το οποίο και περιέρχεται στη δικαιοδοσία της μνήμης. Αυτή η διαδικασία, για λόγους οικονομίας, διαφοροποιείται κατά άνθρωπο και ηλικία. Οι νέοι και οι υπερήλικες εμφανίζονται (για διαφορετικούς λόγους) αμνήμονες. Κι' αυτό γιατί, η παράσταση στους νέους σβήνεται γρήγορα, ενώ στους γέροντες δεν χαράζεται καν.
Δεν ανακαλούμε το παρελθόν ομοιότροπα. Υπάρχουν απλές ενθυμήσεις, υπάρχουν όμως και συγκλονιστικές ανακλήσεις φορτισμένες, έντονες, συγκινησιακές. Η θυμική μνήμη είναι υπεύθυνη για την ανάκληση των θερμών παραστάσεων και είναι αυτή που εξασφαλίζει το πλούσιο σε συναισθήματα πεδίο, μέσα στο οποίο εγγράφεται η επαναφορά του παρελθόντος, στο σήμερα.
Μια τέτοια ανάμνηση (ορθότερα, ένα πλήθος αναμνήσεων), από το απώτερο παρελθόν, με έντονο το στοιχείο της νοσταλγίας είχα την τύχη να ζήσω πριν από λίγες εβδομάδες. Το παράδοξο είναι ότι ενώ η νοσταλγία εξηγείται μόνο μέσα από την απώλεια, στην προκειμένη περίπτωση, η απώλεια ήταν ηχηρά παρούσα, μέσα στη συντροφιά αγαπημένων συμμαθητών μου από το Δημοτικό Σχολείο...
Εκεί λοιπόν, σαν κληρονόμοι της παιδικότητας, θυμηθήκαμε, ξαναζήσαμε και επαναφέραμε στο σήμερα, τις αλλοτινές εμπειρίες της σχολικής μας ηλικίας, ανακτώντας στο παρόν την ακηδεμόνευτη παιδική εικόνα και ανασύρωντας λυτρωτικά τα βιώματα της παιδικής αθωότητας. 

Στους παιδικούς μου φίλους-συνταξιδιώτες και ιδιαίτερα στη Χριστίνα.


13/3/09

παιχνιδακι (με τα νευρα μας)




Η ξεχωριστή φίλη μου (γνωστή και αξιαγάπητη) Roadartist με προσκάλεσε σε ένα παιχνίδι. Ένα παιχνίδι από αυτά που μας έλλειψαν (ομολογώ) τον τελευταίο καιρό και που αποφορτίζουν κάπως τις όχι και τόσο ευχάριστες συνθήκες της καθημερινότητάς μας.

Θέμα: Πέντε λόγοι για τους οποίους μπορώ να εκνευριστώ (τουλάχιστον).

Έχουμε λοιπόν.

1. Η αγένεια που κυριαρχεί στις καθημερινές συναλλαγές μας
Από την "καλημέρα" που απευθύνεις στον ταξιτζή, εισπράττοντας ένα βλοσυρό βλέμμα ως απάντηση, μέχρι την πόρτα του ασανσέρ, που τρως κατάμουτρα στην προσπάθειά σου να το προλάβεις, από τον προηγούμενο που μόλις μπήκε και με σαρδόνιο χαμόγελο σε απολαμβάνει (από τον καθρέφτη) να τρέχεις ...

2. H απόλυτη έλλειψη σεβασμού του δικαιώματος στη διαφορά.
Με χαρακτηριστικώτερο παράδειγμα (σε ό,τι με αφορά) την επιβολή των συνεπειών της καπνίζουσας πλειοψηφίας στους απροστάτευτους μη καπνιστές, ακόμη και σε χώρους που ισχύει η σχετική απαγόρευση.

3. Η μανιχαϊστική λογική που διέπει το σύνολο της νεοελληνικής κοινωνίας.
Με αποκορύφωμα τον λόγο των πολιτικών κομμάτων, που βλέπουν μόνο ¨εχθρούς" ή "φίλους", τις "κοινωνιολογικές" αναλύσεις των ΜΜΕ, που κρίνουν τα κοινωνικά φαινόμενα με βάση το μοντέλλο "καλός" ή "κακός" και τις απλοϊκές ταξινομήσεις των κάθε λογής αναλυτών που προσπαθούν να εξηγήσουν τα αίτια οποιασδήποτε κρίσης με την αναγωγή στο δίπολο "πλούσιος"-¨φτωχός".

4. Η καταβαράρθρωση κάθε έννοιας αισθητικής από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και ιδιαίτερα τα τηλεποπτικά κανάλια.
Τα παραδείγματα περισσεύουν. Θα αρκεστώ μόνο στην καταγραφή των πρωινών (μη ανακυκλώσιμων) απορριμμάτων, όπως και αυτών της μεσημεριανής ζώνης, για να καταλήξω στα τρισάθλια δελτία των λεκτικών αντιπαραθέσεων από ημιμαθείς κριτικούς-φιλοσοφούντες επί παντός του επιστητού.

5. Ο εντυπωσικός μεταβολισμός του νεοέλληνα.
Έτσι όπως εκφράζεται με τη μοναδική ικανότητα του να χωνεύει σε χρόνο ρεκόρ κάθε κοινωνικοπολιτικό  σκάνδαλο (όσο πρωτοφανές και μοναδικό) και να παραμένει απαθής, μέχρι το επόμενο γεύμα...

Σημείωση
Δυστυχώς οι λόγοι για τους οποίους είμαι σε μια συχνή αντιπαλότητα (στα όρια της ρήξης) με την πλειοψηφία των συμπολιτών μου υπερβαίνουν κατά πολύ τον αριθμό πέντε...
  

8/3/09

χρονια πολλά

Χρόνια πολλά στο γυναικείο πληθυσμό της παρέας!

Στις κυρίες της συντροφιάς μας, αφιερώνω τα μουσικά θέματα που συνοδεύουν αυτή την ανάρτηση.
Η ανάρτηση αυτή είναι αφιερωμένη στην εικονιζόμενη παλιά φίλη και μαχητικότατη φεμινίστρια στη δεκαετία του '80.

18/2/09

η χα(χα)μενη δημοσιοτητα


Ήταν Αποκριές του 1980, εξεταστική περίοδος.
Επρόκειτο να εξεταστούμε προφορικά στο μάθημα της “Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής”.
Με τις κολλητές φίλες τη Νίνα και την Αννιτέλα αποφασίσαμε ότι δεν θα δώσουμε το μάθημα και καλό θα ήταν να πάμε μια εκδρομούλα τη συγκεκριμένη μέρα. 
Κατά σύμπτωση, είχε έλθει στη Θεσσαλονίκη, οδεύοντας προς Παρίσι, ο παλιός φίλος Νίκος, γνωστός και σαν Mauro… Η επίσκεψη αυτή προσέφερε στην πρόταση για εκδρομή, την ελπίδα να γίνει πραγματικότητα, δεδομένου ότι ο Mauro διέθετε ΙΧ και ήταν και ο μόνος άλλωστε που οδηγούσε. Στην ομάδα προστέθηκε η Λία και ξεκινήσαμε με προορισμό τη Χαλκιδική.
Στο δρόμο, ο οδηγός πήρε λάθος κατεύθυνση και βρεθήκαμε σε αντιδιαμετρική πορεία σε σχέση με τον προορισμό μας. Κάποιος-με πρακτικό πνεύμα- έριξε την ιδέα ότι θα μπορούσαμε να πάμε στο Μέτσοβο αντί να γυρίσουμε πίσω! Όπερ και εγένετο, ή τουλάχιστον επιχειρήσαμε κάτι τέτοιο, λογαριάζοντας, όμως, χωρίς τον ξενοδόχο. Κι΄αυτό, γιατί στο ύψος της Κρανιάς ο δρόμος ήταν κλειστός από το χιόνι.
Στο μεταξύ είχε βραδυάσει για τα καλά. Στη μοναδική διανυκτερεύουσα ταβέρνα του χωριού είχαμε τη μοναδική ευκαιρία να θαυμάσουμε την περίφημη πανίδα της Πίνδου, μεταλλαγμένη όμως σε τραγανά λουκάνικα και αρωματικά κοψίδια. Κατά τις 9.30 το βράδυ, μπροστά στο πλανώμενο ερώτημα του “τι κάνουμε τώρα” είχα την φαεινή έμπνευση να προτείνω ως τελικό – επιτέλους – προορισμό την Κέρκυρα! Σ΄αυτές τις περιπτώσεις, οι αποφάσεις είναι αστραπιαίες και ο θρίαμβος της ομοφωνίας απόλυτος.
Ο  Mauro επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά ότι ήταν ικανός να ξεκινήσει για τσιγάρα και να βρεθεί “καρφί” στην Κοπεγχάγη… (το παράδειγμα δεν είναι αυθαίρετο). Ετσι, ούτε που καταλάβαμε πώς φτάσαμε στην Ηγουμενίτσα και τελικά στην Κέρκυρα, την επομένη το πρωί.
Η μεθεπόμενη μέρα ήταν Κυριακή. Η τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και η Κέρκυρα είχε την τιμητική της. Κόσμος πολύς, επισκέπτες, ντόπιοι και μερικά ΜΜΕ για να καλύψουν τις αποκριάτικες εκδηλώσεις.
Είμαστε με τον Νίκο στο εστιατόριο του ξενοδοχείου για πρωινό όταν βλέπουμε να μας πλησιάζει κάποιος, γνωστός φυσιογνωμικά τύπος, που δεν μπορούσαμε όμως να ταυτοποιήσουμε...
Η ερώτηση, με ευγενική και πολύ χαρακτηριστική χροιά:
-       Έχετε έλθει για τις αποκριάτικες εκδηλώσεις;
-       Εεε, κατά κάποιο τρόπο…
-       Ωραία – και γυρίζοντας προς ένα τηλεοπτικό συνεργείο – “παιδιά ελάτε”…
    Τότε συνειδητοποιήσαμε ότι επρόκειτο για τον Αλέξη Κωστάλλα, που καλούσε το συνεργείο της ΕΡΤ προκειμένου να καταθέσουμε τις εντυπώσεις μας για το Καρναβάλι, on camera.
Έντρομοι, πεταχτήκαμε πάνω αρνούμενοι με ευγένεια και όση ψυχραιμία μας επέτρεπε η σκέψη ότι θα μπορούσαν οι δικοί μας να μας “απολαύσουν” στο μεσημεριανό δελτίο, τη στιγμή που πίστευαν ότι εγώ δίνω εξετάσεις στη Θεσσαλονίκη και ο Νίκος βρίσκεται καθ’ οδόν για το Παρίσι όπου και τελείωνε τις σπουδές του.
Όλοι έχουμε το δικαίωμα στη δημοσιότητα, έστω για δεκαπέντε λεπτά (όπως έλεγε και ο Γουόρχολ). Αλλά να ανήκει σε μας και όχι στην ΕΡΤ, η πρωτοβουλία για την πραγματοποίησή της.
Καλή Τσικνοπέμπτη!...  

6/2/09

ο θειος



Την πρώτη μέρα που μπήκε στην αίθουσα για το προγραμματισμένο μάθημά του, βρεθήκαμε έκπληκτοι (όχι μόνο ως πρωτοετείς) μπροστά σ' ένα ανεπανάληπτο σόου, μια μοναδική ατραξιόν...
Θα μας μιλούσε για την "έννοια της κλίμακας στην αρχιτεκτονική"..
Ξαφνικά, και μετά τις απαραίτητες συστάσεις, έπεσε στο πάτωμα και μπουσουλώντας άρχισε, άλλοτε στα γόνατα και άλλοτε σερνώμενος κυριολεκτικά, να μας εξηγεί πόσο διαφορετικά βλέπει κανείς τα πράγματα αν αλλάξει θέση παρατηρητή, αν μεταβάλει το δεδομένο ύψος από το οποίο έρχεται σε οπτική επαφή με τον γύρω κόσμο..
Το ίδιο έκανε δίνοντας ένα απίθανο σάλτο και ανεβαίνοντας στο πρώτο σχεδιαστήριο που βρέθηκε μπροστά του...

Ο "θείος", όπως συνηθίσαμε να τον αποκαλούμε, μπήκε πολύ σύντομα στην παρέα μας - αυτή την όμορφη παρέα του Α' αρχιτεκτόνων - και το μάθημά του (πλαισιωμένο με μια ομάδα εξαιρετκών συνεργατών) ήταν πανηγύρι.
Ασκήσεις επί χάρτου με διαγωνισμό ανεκδότων, εργασίες πεδίου με κατάληξη στις ψαροταβέρνες της Αρετσούς και αργότερα νυχτερινές επισκέψεις (με την ομάδα του πολιτιστικού) στα μπαράκια της  Προξένου Κορομηλά...

Ο "θείος" αποτελούσε ένα από τα δύο "ονόματα" της Σχολής, μεγάλος δάσκαλος, επιτυχημένος επιστήμονας και καθιερωμένος συγγραφέας, με διεθνή εμβέλεια και αναγνώριση.
Η κοινωνική και πολιτική του δράση σε συνδυασμό με τα επιστημονικά του προσόντα, συνέθεταν τα διαπιστευτήρια, που τον οδήγησαν σε υψηλές θεσμικές θέσεις στο χώρο της παιδείας  και τον ευρύτερο δημόσιο βίο.

Τα δημοκρατικά του φρονήματα - δοκιμασμένα σε δύσκολες εποχές - αποτελούσαν παρακαταθήκη για την εκπαιδευτική κοινότητα της Πολυτεχνικής.
Τον θυμάμαι, τόσο παραστατικά, να δρασκελίζει τον ραδιοφωνικό πομπό που -σαν συντονιστική επιτροπή της κατάληψης για την απόσυρση του Ν.815 - είχαμε στήσει ακριβώς έξω από την πόρτα του γραφείου του, για να μπορέσει να εισέλθει...και αργότερα (με την ιδιότητα του Πρύτανη) να δηλώνει στα ΜΜΕ ότι δεν έχει ιδέα αν λειτουργεί πομπός στη Σχολή...

Ο "θείος" υπήρξε πράγματι ο μεγάλος φοιτητοπατέρας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται...
Φίλοι και "εχθροί" του, μέσα από τις οποιεσδήποτε κολακευτικές ή επικριτικές αναφορές προς το πρόσωπό του -  δεν μπορούσαν παρά να συμφωνήσουν για ένα αναμφισβήτητο χαρακτηριστικό του.
Τη μοναδική, απίστευτη ζωντάνια και ενεργητικότητα, που εξέπεμπε.

Αυτή τη ζωντάνια, αυτή την ενεργητικότητα διέκρινα αναλλοίωτη, όταν μετά από πολλά χρόνια συνάντησα τον "θείο", τον δάσκαλό μου, τον Μίμη τον Φατούρο σε μια καλλιτεχνική εκδήλωση, στον "Ιανό" της Θεσσαλονίκης πριν λίγες μέρες.

23/1/09

γευσεις απο την παραλια


Κάθε πόλη έχει ένα χωρικό σημείο που τη χαρακτηρίζει και αποτελεί την ταυτότητα (ή διαβατήριο) για την αναγνώρισή της, κυρίως από τους επισκέπτες της.
Είναι το "Landmark" κατά τον Kevin Lynch, ή "point de repere" κατά τον Raymond Ledrut.
Τέτοιο χωρικό σημείο αναφοράς για τη Θεσσαλονίκη, συνηθίζεται να θεωρείται ο Λευκός Πύργος.
Για τους εντός των τειχών (με εξαίρεση τη "Θύρα 4", τον" super 3" και τους τοπικούς άρχοντες) ο Λευκός Πύργος αποτελεί μεν ένα ιστορικό σύμβολο της πόλης, απέχει πολύ ωστόσο από το να θεωρείται πλέον σαν σημείο αναφοράς της σύγχρονης πόλης.
Σε αντίθεση με την τουριστική αντίληψη για τη "σπουδαιότητα" κάποιων μνημείων, αυτό που "μετράει" στη συνείδηση των κατοίκων αλλά και των επισκεπτών μιας πόλης και αποτελεί την ταυτότητά της είναι λειτουργικού και όχι ιστορικού ή πολεδομικού χαρακτήρα, σημείο. Ορθότερα, αυτό που νοηματοδοτεί μια περιοχή και την καθιστά αναγνωρίσιμη, είναι τα βιώματα του κατοίκου (ή επισκέπτη) στο συγκεκριμένο χώρο και όχι οι χωρικές μορφές που (αυθαίρετα) έχουν (προ)επιλεγεί να αποτελέσουν το ορόσημό της.

Με αυτή την έννοια, τα σημεία αναφοράς μιας πόλης δεν περιορίζονται σε ένα και μοναδικό σημείο αλλά διαχέονται στο χώρο και συναρτώνται με τον τρόπο που κανείς βιώνει την πόλη είτε σαν κάτοικος, είτε σαν επισκέπτης.
Ο Πύργος του Άϊφελ, για παράδειγμα μπορεί να δηλώνεται σαν το landmark του Παρισιού αλλά αμφιβάλλω άν στην ερώτηση "τι σας έμεινε από μια επίσκεψη εις Παρισίους" υπάρξουν πολλοί που να προτάξουν το μεταλλικό αυτό κατασκεύασμα έναντι μιας βόλτας στο quartier latin...

Σε ότι αφορά τη Θεσσαλονίκη, υπάρχουν πολλές οι αναφορές, που τη χαρακτηρίζουν και αρκετά τα μέρη όπου αυτές οι αναφορές πραγματώνονται. Την εποχή του Φεστιβάλ το "Ολύμπιον" και το λιμάνι (παλαιότερα το "Ντορέ") έχουν την προτεραιότητα στις αναφορές των ΜΜΕ, την εποχή της Έκθεσης, ως ορόσημο προβάλλει η ΔΕΘ και ο πύργος του ΟΤΕ, ενώ για τους Αθηναίους (συνήθως) επισκέπτες η ¨ερωτική πόλη" βρίσκει την πεμπτουσία της στα μπαράκια και τα ξενυχτάδικα...

Μια σταθερή διαχρονική αναφορά και ένα καθολικά αναγνωρίσιμο σύμβολο, απετέλεσε για πάνω από μισό αιώνα, το εστιατόριο "ΟΛΥΜΠΟΣ ΝΑΟΥΣΑ".
Το δίωροφο κτίριο επί της παραλιακής λεωφόρου Νίκης, στέγασε για 68 ολόκληρα χρόνια τις γαστριμαργικές επιθυμίες χιλιάδων προσκυνητών της ντόπιας και ανατολίτικης κουζίνας.
Στην αρχοντική σάλα του, όλες οι αισθήσεις του πελάτη χτυπούσαν κόκκινο.
Το βλέμμα μπορούσε να πλανάται αδιάκοπα σ' ένα σκηνικό, μοναδικό, επενδεδυμένο με τη λιτότητα του ιστορικού βάρους.
Το χέρι μπορούσε να ταξιδεύει γαλήνια πάνω στα απαλά λευκά τραπεζομάνδηλα.
Το αυτί ένοιωθε σαν πολίτης του κόσμου μέσα σε μια ηχητική (συμφωνικά ενορχηστρωμένη) πολυπολιτισμική ατμόσφαιρα.
Το ρουθούνι μπορούσε να μυρίσει κυρίως το άρωμα του χρόνου... και η γλώσσα να απογειωθεί σε οργασμικές σφαίρες μέσα από τη γεύση του "χιουνικιάρ μπεϊγεντί" του μυδοπίλαφου, του πουρέ-σπανάκι, της ψαρόσουπας με όστρακα...
Τη μοναδική εμπειρία του να απολαμβάνεις τόσα εξαιρετικά εδέσματα (σε λογικές τιμές) συμπλήρωνε η ατραξιόν των σερβιτόρων...
Μια άψογη στυλιστκά ομάδα που σου έδινε την εντύπωση ότι είχε προσληφθεί μετά από audition στο Hollywood...Καθένας και μια αρχετυπική φιγούρα, καθένας κι ένας διαφορετικός ρόλος, καθένας και μια αυστηρά διακεκριμένη λειτουργία...
Την παράσταση έκλεβε, ωστόσο ο συμπαθής, μικρόσωμος με το μουστακάκι και το παπιγιόν, ο άνθρωπος που μεταφέροντας τα γεμάτα πιάτα, προσποιόταν ότι σκοντάφτει και παραπατά...κάνοντας τους αμύητους να ξεφωνίζουν από λαχτάρα και τους γνώστες του show να ξεκαρδίζονται στα γέλια, στοιχηματίζοντας πολλές φορές για την επόμενη ακροβατική κίνησή του...

Σ' αυτόν τον υπέροχο, υπερήλικα (πλέον) αλλά απίστευτα ευδιάθετο και γεμάτο ενεργητικότητα κύριο, που σήμερα το πρωί συναντηθήκαμε τυχαία στο ασανσέρ και θυμηθήκαμε μερικά από τα παλιά, αφιερώνω τη σημερινή μου ανάρτηση.

19/1/09


Το καθιερωμένο ΔΣ στο σύλλογο φοιτητών της Αρχιτεκτονικής, γινόταν κάθε Σάββατο πρωί. Όχι γιατί τις άλλες μέρες δεν ευκαιρούσαμε από τη ...μελέτη, αλλά γιατί, το Σάββατο, γενικώτερα, υπήρχε περισσότερη θετική ενέργεια, ικανή να αντισταθμίσει το «εμφυλιοπολεμικό» κλίμα που προκαλούσαν οι διαπαραταξιακές αντιπαλότητες...
Τη γενικώτερη ατμόσφαιρα, ωστόσο θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κάποιος αμερόληπτος μάλλον φιλική (αν όχι αγαπησιάρικη) και σ’ αυτό βοηθούσε ο προσωπικός χαρακτήρας ενός εκάστου των μελών.
Μερικές φορές μάλιστα, αποκαμωμένοι από τις ζυμώσεις και την (όχι πάντα γόνιμη) αντιπαράθεση, κάποιοι από την ομήγυρη συνεχίζαμε τις συνδικαλιστικές μας επιδόσεις βαθμολογώντας τις με αλκοολικούς βαθμούς, σε κάποια από τις ταβέρνες της πόλης.

Εκείνο το Σάββατο (ιδιαίτερα βαρετό και μονότονο) τα πάντα κυλούσαν σε δημοσιοϋπαλληλικούς ρυθμούς και όλοι μας περιμέναμε τη λυτρωτική λήξη της συνεδρίασης, που είχα το «προνόμιο» ως πρόεδρος να προσφέρω στην παρέα.
Ώσπου ξαφνικά κάνει την εμφάνισή της μια θεσπέσια γυναικεία ύπαρξη, άγνωστη σε όλους (σχεδόν), προκαλώντας μια μικρή αναστάτωση στον αρσενικό πληθυσμό...
Μια καινούργια συνάδελφος εκ μετεγγραφής, που ενδιαφερόταν να τακτοποιήσει κάποιες μικροεκκρεμότητες και ζητούσε από το Σύλλογο την βοήθειά του...

Αυτή ήταν η πρώτη φορά που είδα τη Νάσυ.

Η φιλία μου μαζί της, συντρόφευσε τα φοιτητικά μας χρόνια, συνεχίστηκε στη διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών και εξακολούθησε κατά την επιστροφή μας, όταν και αποφασίσαμε να συστεγαστούμε επαγγελματικά.
Στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας μου, το σπίτι της Νάσυς και του Χρήστου αποτέλεσε το λίκνο της χαλάρωσης ή το εφαλτήριο της κρεπάλης, ανάλογα...
Μέσα από ένα τρέιλερ εικόνων, βιωμάτων και αναμνήσεων καταθέτω σήμερα, εδώ, σαν δώρο στη σημερινή γιορτή σου, τους καπνούς από τα δακρυγόνα σε εκείνη την διαδήλωση κατά των χουντικών στη Διαγώνιο (όπου και μας φυγάδευσαν από τα ματ ένα ζευγάρι υπερηλίκων στη Ναυαρίνου), τις βουτιές στα νερά της Καψόχωρας και του Γλαρόκαμπου, τις ροκιές στο Καλλιμάρμαρο κάτω από τις κραυγές των Clash της Nina Hagen, των Cure...., τις επεισοδιακές συνεντεύξεις για το ερευνητικό μας θέμα λίγο πριν το πτυχίο, τα σφηνάκια στους ρυθμούς της reggae στο «φλου», τα μπουκάλια Beaujolais στο στούντιο του Montsouris, τα ολονύχτια πάρτυ του Γιώτη, το σπιτάκι στην Απελλού με τη Βούλα, την Τίνα, τη Θάλεια και τη λοιπή παρέα και τις ατέλειωτες, μοναδικές, ανεπανάληπτες γκάφες σου Νασούλα μου...

Είμαι σίγουρος ότι θάχεις ξεκαρδιστεί στα γέλια διαβάζοντας αυτές τις αράδες.
Γιατί είμαι σίγουρος ότι θα διαβάσεις αυτές τις αράδες και από εκεί ψηλά, που βρίσκεσαι εδώ και λίγα χρόνια αγαπημένη μου φίλη...